Τα παλιά χρόνια, η σπορά άρχιζε στα τέλη του Σεπτέμβρη και τελείωνε το Δεκέμβρη.
Στις 14 Σεπτεμβρίου, ημέρα του Σταυρού, οι γεωργοί πήγαιναν στην εκκλησία λίγο σπόρο να τον ευλογήσει ο παπάς. Μετά τον έπαιρναν και τον ανακάτευαν με τον υπόλοιπο σπόρο, για να έχουν καλή σοδειά.
Μόλις έπιαναν οι πρώτες βροχές του φθινοπώρου και μαλάκωνε το χώμα, άρχιζε το...............................
Στις 14 Σεπτεμβρίου, ημέρα του Σταυρού, οι γεωργοί πήγαιναν στην εκκλησία λίγο σπόρο να τον ευλογήσει ο παπάς. Μετά τον έπαιρναν και τον ανακάτευαν με τον υπόλοιπο σπόρο, για να έχουν καλή σοδειά.
Μόλις έπιαναν οι πρώτες βροχές του φθινοπώρου και μαλάκωνε το χώμα, άρχιζε το...............................
όργωμα. Το όργωμα γινόταν με βόδια ή με μουλάρια. Χρησιμοποιούσαν ξύλινα αλέτρια, αλλά αργότερα αντικαταστάθηκαν με σιδερένια.
Για να σέρνουν τα ζώα το αλέτρι, τοποθετούσαν στο λαιμό τους περιλαίμια ή όπως τα λένε οι γεωργοί μας «λιμαριές». Οι «λιμαριές» ήταν φτιαγμένες από μαλακό δέρμα και μέσα ήταν γεμισμένες με άχυρο για να μην πληγώνονται τα ζώα. Στο πλάι είχαν κρίκους απ’ όπου μεγάλα λουριά ή σχοινιά έδεναν το αλέτρι.
Αφού τελείωνε το όργωμα, έριχναν το σπόρο με το χέρι. Το σπόρο τον είχαν μέσα σε ένα «δισάκι» ( διπλό σάκο), που στη μέση είχε ένα άνοιγμα, για να το κρεμάνε στο λαιμό. Δηλαδή, είχαν ένα σάκο μπροστά και έναν πίσω. Όταν άδειαζε λίγο ο μπροστινός σάκος, έφερναν μπροστά τους τον πισινό σάκο, για να μην κουράζονται από το μεγαλύτερο βάρος του. Αυτό συνεχιζόταν μέχρι να αδειάσουν οι σάκοι, οπότε τους ξαναγέμιζαν.
Αφού τελείωνε η σπορά, για να σκεπαστεί ο σπόρος με χώμα, έκοβαν ένα μεγάλο κλωνάρι δέντρου και το σβάρνιζαν στο χωράφι, ή χρησιμοποιούσαν ξύλινες σβάρνες και τα τελευταία χρόνια σιδερένιες. Μπορούσαν να σπείρουν το πολύ 2 - 3 στρέμματα την ημέρα.
Με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τον 20ο αιώνα, οι μηχανές αντικατέστησαν τη χειρονακτική εργασία των γεωργών. Στο χωριό μας το πρώτο τρακτέρ εμφανίστηκε μάλλον το 1955. Οι γεωργοί ενθουσιάστηκαν με τις δυνατότητές του και τους φαίνονταν πολύ περίεργο πώς το μηχάνημα αυτό είχε τη δύναμη δεκάδων αλόγων.
Για να σέρνουν τα ζώα το αλέτρι, τοποθετούσαν στο λαιμό τους περιλαίμια ή όπως τα λένε οι γεωργοί μας «λιμαριές». Οι «λιμαριές» ήταν φτιαγμένες από μαλακό δέρμα και μέσα ήταν γεμισμένες με άχυρο για να μην πληγώνονται τα ζώα. Στο πλάι είχαν κρίκους απ’ όπου μεγάλα λουριά ή σχοινιά έδεναν το αλέτρι.
Αφού τελείωνε το όργωμα, έριχναν το σπόρο με το χέρι. Το σπόρο τον είχαν μέσα σε ένα «δισάκι» ( διπλό σάκο), που στη μέση είχε ένα άνοιγμα, για να το κρεμάνε στο λαιμό. Δηλαδή, είχαν ένα σάκο μπροστά και έναν πίσω. Όταν άδειαζε λίγο ο μπροστινός σάκος, έφερναν μπροστά τους τον πισινό σάκο, για να μην κουράζονται από το μεγαλύτερο βάρος του. Αυτό συνεχιζόταν μέχρι να αδειάσουν οι σάκοι, οπότε τους ξαναγέμιζαν.
Αφού τελείωνε η σπορά, για να σκεπαστεί ο σπόρος με χώμα, έκοβαν ένα μεγάλο κλωνάρι δέντρου και το σβάρνιζαν στο χωράφι, ή χρησιμοποιούσαν ξύλινες σβάρνες και τα τελευταία χρόνια σιδερένιες. Μπορούσαν να σπείρουν το πολύ 2 - 3 στρέμματα την ημέρα.
Με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τον 20ο αιώνα, οι μηχανές αντικατέστησαν τη χειρονακτική εργασία των γεωργών. Στο χωριό μας το πρώτο τρακτέρ εμφανίστηκε μάλλον το 1955. Οι γεωργοί ενθουσιάστηκαν με τις δυνατότητές του και τους φαίνονταν πολύ περίεργο πώς το μηχάνημα αυτό είχε τη δύναμη δεκάδων αλόγων.